Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν
Την Κυριακή ήταν η βάφτιση του ανιψιού μου στην Κρήτη, στην οποία ήθελα να πάω. Τη Δευτέρα που πέρασε λοιπόν πήρα να κλείσω εισιτήριο για να μην πάω κολυμπώντας .
-Ναι ,γεια σας, θέλω ένα εισιτήριο για την Πέμπτη τάδε του μηνός Πειραιάς Ηράκλειο
(Χμ, και τι να κάνω τώρα; Να κλείσω για την Πέμπτη; Κι αν κάνουν απεργία που θα βρω μετά εισιτήριο για Παρασκευή; Τελευταία στιγμή… θέλω και κρεβάτι, ας κλείσω μια και καλή για Παρασκευή)
-Ε,τότε να κλείσουμε για Παρασκευή
-Ωραία, θέλετε και επιστροφή;
-Ναι , βεβαίως, την Κυριακή τάδε του μηνός
Όποιος δεν έχει μυαλό έχει πόδια
Την Παρασκευή το απόγευμα έχω έτοιμα τα πράγματά μου και κατευθύνομαι προς το λιμάνι του Πειραιά. Βλέπω το ΚΡΗΤΗ ΙΙ δεμένο εκεί που αράζουν τα πλοία για Χανιά. Εγώ ταξιδεύω με το ΚΡΗΤΗ Ι για Ηράκλειο σύμφωνα με το εισιτήριό μου.Υποθέτω ότι είναι το διπλανό πλοίο, δε βλέπω πολύ καλά τι γράφει αλλά είναι της ίδιας εταιρίας είναι στη σωστή θέση οπότε δίνω τη βαλίτσα μου στην αποθήκη (που είναι απέναντι από τη σκάλα επιβατών και όχι στην ίδια πλευρά, πράγμα που είναι όχι μόνο εκνευριστικό αλλά και επικίνδυνο )και περνάω από τον έλεγχο εισιτηρίων. Ανεβαίνοντας στη ρεσεψιόν αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το πλοίο αποκλείεται να είναι το ΚΡΗΤΗ Ι γιατί μοιάζει καταπληκτικά με το ΕΛΥΡΟΣ το οποίο ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά γιατί ταξίδευα μ’ αυτό πολύ συχνά από και προς τα Χανιά. Χανιά; Την ίδια στιγμή ακούγεται από το μεγάφωνο: «Η κυρία Δ... Π.... παρακαλείται να προσέλθει στη ρεσεψιόν. Επαναλαμβάνω η κυρία Δ.... Π... στη ρεσεψιόν ,ευχαριστώ.»
Πηγαίνω στη ρεσεψιόν προσπερνώντας την ουρά, με στέλνουν κάτω στο λογιστήριο. Ξέρω τι θα ακούσω. Καθώς μου επιστρέφουν το εισιτήριό μου απολογούμαι: « Προσφάτως που ταξίδεψα, εδώ έδενε για Ηράκλειο»
-Ναι, αλλά το ΕΛΥΡΟΣ δε χωράει να δέσει δίπλα μου λένε
Πάω στην αποθήκη σαν βρεγμένη γάτα να ξαναπάρω τη βαλίτσα μου και κατευθύνομαι προς το ΚΡΗΤΗ ΙΙ που λόγω της χτεσινής απεργίας κάνει το δρομολόγιο που κανονικά θα έκανε το ΚΡΗΤΗ Ι. Καθώς κουβαλάω τη βαλίτσα, την τσάντα μου κι ένα μικρό κόκκινο σάκο, που είχα πάρει πρόπερσι δώρο μ’ ένα περιοδικό για γάμους,, αρχίζω να ιδρώνω. Ένας γέρος λιμενεργάτης με σχολιάζει μαζί μ’ ένα συνάδελφό του: Έκανε λάθος το καράβι.
Ενός κακού μύρια έπονται
Σχολιάζω με μια κοπέλα που είναι ήδη εκεί ότι είναι επικίνδυνο να μην έχουμε κλειδί κι ότι δεν είναι πολιτική αυτή και της λέω ότι στο ΕΛΥΡΟΣ που είναι πιο καινούριο σου δίνουν κάρτα εισόδου και με τα πολλά μπαίνω για μπάνιο να μην μυρίζω απ’ τον ιδρώτα. Βγαίνω απ’ το μπάνιο. Η άλλη κοπέλα που ταξιδεύουμε μαζί με ρωτάει:
-Είναι πολλά σχολεία στο πλοίο;
-Νομίζω ένα
-Μόνο;
Βγαίνω απ’ ην καμπίνα ,πάω στο μπαρ, παίρνω καφέ, βρίσκω τραπέζι, κάθομαι σε μια καρέκλα, αδειάζω τον καφέ απ’ το ποτήρι στο σέικερ που έχω πάντα μαζί μου, βγαίνω έξω να κάνω τσιγάρο, μπαίνω μέσα ξαναπάω στην καμπίνα.
-Έμαθες τι ώρα θα φτάσουμε; Η κοπέλα που είμαστε μαζί στην καμπίνα πάλι
-Ξέρω κι εγώ, συνήθως φτάνει έξι
-Θα φτάσουμε εφτά και μισή γιατί σταματάει και Σαντορίνη
Συμπέρασμα: τα σχολεία είναι δύο γιατί συνάντησα μια παρέα που μιλούσαν με προφορά άρα αυτοί επιστρέφουν από Αθήνα προς Κρήτη και αφού πάμε Σαντορίνη υπάρχει κι άλλο σχολείο που θα κατέβει εκεί.
Κάθομαι στην καμπίνα και τρώω κάτι που έχω πάρει μαζί μου απ’ το σπίτι. (που λεφτά για το εστιατόριο του πλοίου; Πάνε αυτές οι εποχές που ξόδευα στο ταξίδι πιο πολλά απ’ το εισιτήριο, και φαγητό και βιβλίο για να περάσει η νύχτα…)
Βγαίνω πάλι έξω για τσιγάρο και μετά βρίσκω μια θέση κοντά σε τηλεόραση που παίζει αντ1 γιατί θέλω να δω ράδιο αρβύλα. Τελικά η τηλεόραση παίζει με τα νεύρα μου γιατί αφού αναγκάζομαι να δω απρόσκοπτα ένα μισάωρο «Ελλάδα έχεις ταλέντο» [με τη Μανωλίδου να ωρύεται ως συνήθως και το Φερεντίνο να κρυφοκοιτάει απ’ τα παρασκήνια (ο κακομοίρης κι αυτός, όλοι κουτσοί, στραβοί είναι στη σκηνή, ο παρουσιαστής τιμωρία στο backstage)] στη συνέχεια και ενώ έβλεπα ράδιο αρβύλα, έχασε το σήμα δύο φορές για κανα τρίλεπτο κάτι που δε συνέβη στις υπόλοιπες τηλεοράσεις του πλοίου. Με τα νεύρα μου παίζει κι ένα γυφτάκι που έρχεται στο τραπέζι μου και θέλει να μου πιάσει την κουβέντα, την τσάντα και ό,τι άλλο μπορεί φαντάζομαι. Φεύγει αφού το βάλω να καθαρίσει τα χέρια του μ’ ένα υγρομάντιλο και αφού σιγουρευτεί ότι δεν έχω τσίχλα.
Δώδεκα παρά δέκα ο μπροστινός κύριος που τυχαίνει να είναι μπαμπάς του κοριτσιού που σας έλεγα πριν ( δηλαδή δε σας είπα ότι το γυφτάκι ήταν κορίτσι κι εγώ είμαι ρατσίστρια αλλά το καταλάβατε) αποφασίζει ν’ αλλάξει κανάλι και να μου σπάσει κι αυτός τα νεύρα κι έτσι σηκώνομαι και φεύγω χωρίς να σας πω ότι στο πλοίο δεν αλλάζουμε κανάλι με το έτσι θέλω και ότι ακόμα κι αν είσαι μόνος σου στο σαλόνι και ζητήσεις από κάποιο μέλος του πληρώματος ν΄ αλλάξει κανάλι μπορεί να σου κάνει το βαρύ πεπόνι για να σου σπάσει κι αυτός τα νεύρα
Πάω στην καμπίνα μου, βάζω πιτζάμες και πέφτω για ύπνο ελπίζοντας να ξυπνήσω μια και καλή το πρωί και να μην κάνω το βρικόλακα μες στη νύχτα όπως συνήθως. Αν μπορέσω να κοιμηθώ βέβαια, γιατί απ’ τη διπλανή καμπίνα ακούγονται γέλια και φωνές από τα σκασμένα που πάνε εκδρομή. Aφού πάρουμε τηλ στη ρεσεψιόν και μας πουν ότι δεν υπάρχει ελπίδα και πάλι καλά να λέμε σε άλλες καμπίνες έχει περισσότερη φασαρία κάνουμε τα στραβά αυτιά και κοιμόμαστε.
Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται (;)
Ξυπνάω χαρούμενη το πρωί στις 7 και σκέφτομαι τι καλά, τι ωραία που κοιμήθηκα και τώρα όπου να’ναι θα φτάσουμε και σε κανα δίωρο θα μια σπίτι μου. Αμ δε!
Πάω στο μπαρ και παίρνω καφέ. Πριν βγω έξω για τσιγάρο παίρνω τηλ τον αδερφό μου να ξυπνήσει να ‘ρθει στο λιμάνι να με πάρει. Κοιτάζοντας έξω απ’ το παράθυρο καθώς μιλάω δε βλέπω καθόλου στεριά. Κάνει στροφή σκέφτομαι και η στεριά θα φαίνεται απ’ την άλλη μεριά του πλοίου.
Κλείνω το τηλ και βγαίνω για τσιγάρο.
Βλέπω λίγο παραπάνω απ’ το συνηθισμένο κόσμο, βλέπω κι ένα πορτοκαλί βαρκάκι στη θάλασσα, βλέπω τα νερά ήσυχα κι ατάραχα και αντιλαμβάνομαι ότι το πλοίο δεν κουνιέται και ρωτάω τι γίνεται
-Έπεσε κάποιος στη θάλασσα μου λέει μια κοπέλα
-Αλήθεια;
Βλέπω τον κόσμο να κοιτάει τη θάλασσα να σχολιάζει για το αν αυτός που έπεσε θα είναι ακόμα ζωντανός, ανάβω το τσιγάρο και μετά από λίγο ακούω:
-Να τονε!
Ο κόσμος κάνει σήμα σ’ αυτούς που είναι στο βαρκάκι για να δουν τον άνθρωπο που κολυμπάει στη θάλασσα, είναι αρκετά κοντά στο πλοίο, δεν επιπλέει απλώς, κολυμπάει κανονικά, άρα είναι ζωντανός. Το πορτοκαλί βαρκάκι τον πλησιάζει και του πετάει ένα σκοινί που αρνείται να πιάσει, όλα αυτά τα ακούω γιατί το μόνο που βλέπω εγώ είναι το βαρκάκι, δε μπορώ να ξεχωρίσω τον άνθρωπο που είναι στη θάλασσα και τις κινήσεις του.
Οι διασώστες τον ανεβάζουν στη βάρκα και ο κόσμος χειροκροτεί, για λίγο όμως γιατί ο άνθρωπος ξαναπέφτει στη θάλασσα .
-Εξανάπεσε ακούω να λένε
Βλέπω το βαρκάκι μισογερμένο στην προσπάθεια του πληρώματος του να ανασύρει με τα χέρια τον άνθρωπο που έπεσε αφού δε θέλει να πιάσει σωσίβιο ή σκοινί.
Μπαίνω μέσα υποθέτωντας ότι όπου να ‘ναι ξεκινάμε ,αφού όμως μετά από μερικά λεπτά διαπιστώνω ότι αυτό δε συμβαίνει ξαναβγαίνω έξω για να έχω εικόνα του τι γίνεται και πότε θα φύγουμε.
Υπάρχει κενή θέση στα κάγκελα του πλοίου. Πλησιάζω. Σκύβοντας ακριβώς ευθεία προς τα κάτω βλέπω το βαρκάκι που έχει πλησιάσει το πλοίο. Τώρα βλέπω ξεκάθαρα. Στο βαρκάκι είναι τρία άτομα , υποθέτω ότι ένα από αυτά είναι ο διασωθείς. Ακούγονται φωνές, χωρίς όμως να ξεχωρίζουμε τι λένε. Τώρα είναι περισσότερος κόσμος στο μπαλκόνι, το νέο μαθεύτηκε και ο κόσμος γεμάτος περιέργεια σπρώχνει για μια θέση δίπλα στα κάγκελα. Ένας νεαρός κολλάει πάνω μου. Μου λέει ανοησίες του τύπου: και να φανταστείς ότι οψάργας ε΄ρώτηξα ίντα γίνεται άμα πέσει κιανείς στη θάλασσα, λες και το γάτεχα. Ευτυχώς μετά από λίγο έρχεται η κοπέλα του και απομακρύνεται λίγο. Ένα ελικόπτερο του στρατού κόβει βόλτες πάνω απ’ το πλοίο.
Αφού το βαρκάκι έχει δεθεί στο πλοίο αρχίζει η διαδικασία της επιβίβασης του πληρώματος και του ναυαγού. Τότε διαπιστώνω ότι κανένα από τα τρία άτομα δεν ήταν ο διασωθείς αλλά ότι τα δύο από τα τρία άτομα που επέβαιναν στη βάρκα τον σκέπαζαν με τα σώματά τους για να μην φύγει και ξαναπέσει στο νερό. Προσπαθούν να τον πείσουν να ανέβει στο πλοίο αλλά αρνείται. Είναι ένας μελαχρινός άντρας φαίνεται περίπου σαράντα χρονών και αντιστέκεται φωνάζοντας και χτυπώντας τους σωτήρες του.
-Αφήτε τονε μωρέ να φύγομε, λέει κάποιος δίπλα μου
-Από τη μέση δέσετέ τονε μωρέ, από τα χέρια θα λύσει, λέει κάποιος άλλος
Τελικά τον δένουν από παντού και σα να είναι τυλιγμένος σε δίχτυ ανασύρεται από τους άντρες που είναι μέσα στο πλοίο. Το πλήρωμα της μικρής πορτοκαλί βάρκας ανεβαίνει στο πλοίο απ’ τη σχοινένια σκάλα που κρεμάστηκε στο πλάι, το βαρκάκι εξαφανίζεται από το οπτικό μου πεδίο, το πλοίο κάνει στροφή και συνεχίζει την πορεία του και οι επιβάτες επιστρέφουν στα σαλόνια για να κουτσομπολέψουν το περιστατικό.
Ένας γκριζομάλλης κύριος μου πιάνει την κουβέντα
Απ’τα μεγάφωνα ακούγεται μια αντρική φωνή να λέει με σιγουριά
-Ενημερώνουμε τους κυρίους επιβάτες ότι η περισυλλογή του ναυαγού ολοκληρώθηκε με επιτυχία και η άφιξή μας στο λιμάνι του Ηρακλείου προβλέπεται για τις εννέα και τέταρτο.
Η ώρα είναι μόλις οχτώ. Τελικά φτάσαμε δέκα παρά δέκα στο Ηράκλειο.
Ο αδερφός μου ,που από τις εφτάμιση περίμενε υπομονετικά στο λιμάνι, γκρινιάζει γιατί δε βγήκα με τους πρώτους απ’ το πλοίο. Φτάνοντας στο χωριό μετά από καμιά ώρα αναγκάζομαι να διηγήθώ την ιστορία που μόλις διαβάσατε γιατί όλοι αναρωτιούνται γιατί άργησε το πλοίο, αλλά δυστυχώς δεν αναρωτιούνται στο ίδιο μέρος την ίδια ώρα κι έτσι αναγκάζομαι να πω την ιστορία πεντέξι φορές.
Τώρα, να σου πω ότι ζήλεψα την αναψυχή του ταξιδιού σου ψέματα θα 'ναι... Βέβαια, εγώ δε χρειαζόταν να πάρω πλοίο οπότε τίποτα απ' αυτά δε θα μου συνέβαινε αλλά ας υποκριθούμε ότι αυτό είναι άλλο θέμα... :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί καλέ δεν πήγες αεροπορικώς; εγώ έκλεισα απο τώρα για ..Σεπτέμβρη που θα πάω σε γάμο!
ΑπάντησηΔιαγραφήστερνή μου γνώση να σ'είχα πρώτα...αχτίδα μου καλά έκανες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕσύ Ερωφίλη ψάχνεις δικαιολογίες που δεν ήρθες αλλά κι αυτό είναι άλλο θέμα
Αν εξαιρέσεις τον ναυαγό (που δε μου έχει τύχει) νομίζω πως ένα ταξίδι με πλοίο για έναν άνθρωπο που ταξιδεύει μόνος του κάπως έτσι πάει... Εσύ τουλάχιστον κατάλαβες τί σου έλεγε ο νεαρός στα κάγκελα, εμένα κουβέντα μου είχε πιάσει ένας μαυρούλης που μιλούσε γαλλικά κι εγώ τα μόνα γαλλικά που έμαθα στη ζωή μου ήταν το γαλλικό κλειδί, το γαλλικό μανικιούρ κι η γαλλική κοτσίδα... Κι εκείνος επέμενε να μου μιλάει κι εγώ για να μη νομίζει πως είμαι ρατσίστρια συνέχιζα να του χαμογελάω και αυτάαααα... :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλάκια!!
Είδες; Κάποιοι επειδή δεν είναι και δε θέλουν να φανούν ρατσιστές παριστάνουν να καταλαβαίνουν μια ολόκληρη συζήτηση χαμογελώντας ευγενικά... Εσύ μόνο που δε βγήκες με τη ντουντούκα!!(βλ. το γυφτάκι) ....
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάποιοι άλλοι όμως παριστάνουν ότι ακούν μια ολόκληρη συζήτηση ενώ δεν έχουν ακούσει τίποτα και μετά κάνουν ότι τα 'χουν καταλάβει όλα (βλ.http://despateraki.blogspot.com/2009/11/2.html λίγο πριν το τέλος)
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα ίδια πάθαμε πριν 10 χρόνια, με το EL GRECO της ΜΙΝΟΑΝ, στο ταξίδι Θεσσαλονίκη-Σαντορίνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒράδυ, μεταξύ Σκύρου και Εύβοιας, ακόυσαμε το "man overboard".
Σε λίγο καταλάβαμε ότι ήταν άσκηση για το πλήρωμα. Κούκλα είχαν πετάξει στη θάλασσα.
Πλάκα είχε μιας και ήταν στα ψέμματα.
Αντί για μεσημεριανό στη Σαντορίνη, πήραμε απογευματινό καφέ!
Βρήκαν την ώρα να κάνουν άσκηση! Δηλαδή εσείς καθυστερήσατε χωρίς λόγο! Σε τέτοιες διαδρομές με προγραμματισμένη καθυστέρηση-άσκηση πρέπει να υπάρχει μειωμένο εισιτήριο!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟχ, μου την είπες τώρα... το βουλώνω και φεύγω, αφού πρώτα εξυμνήσω τη γενναιοδωρία σου, την εξυπνάδα σου, την ομορφιά σου, την δημιουργικότητά σου και το χιούμορ σου... Ε, αν είσαι και λίγο ρατσίστρια, τι πειράζει; Κανείς δεν είναι τέλειος... (βλ. και αυτούς που γράφουν ωραία (θα 'θελα) άρθρα για τις μεγαλύτερες αδερφές τους...)
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαληνύχτα.
Περιπετειώδες το ταξίδι σου! Και αυτό το πράγμα να λές την ιστορία δέκα φορές, τι βάσανο...!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως η περιγραφή σου είναι ενδιαφέρουσα, κάτι μεταξύ λογοτεχνίας και δημοσιογραφίας! Και αν και συνήθως βαριέμαι να διαβάζω μακροσκελή κείμενα το διάβασα όλο! Καλημέρα!